Ουρανογραφία - Μάθημα 4ο - Ταύρος, Υάδες και Πλειάδες



Το ζώ(δι)ο μου, λένε οι ειδικοί, είναι Ταύρος. Το έχω αποδεχτεί ότι με χαρακτηρίζει, όχι φυσικά γιατί συμφωνώ με την Αστρολογία, αλλά για έναν και μόνο λόγο: όταν τα πάρω κρανίο πραγματικά, δεν μένει τίποτε όρθιο, ωσάν ταύρος σε υαλοπωλείο. Αυτό βέβαια, δεν είναι για καύχημα, καθώς μόνο προβλήματα μου δημιουργεί...





Ταύρος


Ο αστερισμός μεσουρανεί το χειμώνα -Νοέμβριο και Δεκέμβριο- και βρίσκεται εύκολα, αν προεκτείνουμε τη ζώνη του Ωρίωνα δυτικά περίπου 20 μοίρες, (δηλαδή προς την αντίθετη πλευρά από αυτή που προεκτείναμε για να βρούμε τον Σείριο). 



Εκεί θα συναντήσουμε έναν πολύ λαμπρό αστέρα, έναν κόκκινο γίγαντα, τον α του Ταύρου (1ου μεγέθους) ή αλλιώς Aldebaran (δηλαδή «Λαμπαδίας»).



Με αυτόν τον αστέρα ως οδηγό σημείο, σκιαγραφούμε ολόκληρο τον αστερισμό, που σε πολλές χαρτογραφήσεις, φέρεται να παλεύει μαζί του ο θρυλικός κυνηγός των ουρανών, ο Ωρίων. 



Ο αστερισμός είναι πολύ σημαντικός, αφού φιλοξενεί το ανοιχτό σμήνος των Υάδων και το -ακόμα πιο γνωστό- ανοιχτό σμήνος των Πλειάδων ή Πούλια, καθώς και το μεγάλο νεφέλωμα του Καρκίνου (Crab Nebula ή Μ1).  



Ο Πτολεμαίος κατέτασσε 33 αστέρια στον Ταύρο, ο Αργκελάντερ τα ανέβασε σε 121 αστέρες ορατούς με γυμνό μάτι, ενώ ο Heis σε 188. Οι κυριότεροι αστέρες του αστερισμού έχουν και δικά τους ιδιαίτερα ονόματα και είναι οι εξής: 




• Ο αστέρας α Ταύρου είναι και ο φωτεινότερος του αστερισμού. Είναι γνωστός με το ιδιαίτερο όνομα Αλντεμπαράν (Aldebaran) ή Λαμπαδίας. Βρίσκεται στο αριστερό άκρο του γράμματος V, που σχηματίζεται από τους πιο λαμπρούς αστέρες του σμήνους των Υάδων, χωρίς όμως να ανήκει σε αυτό. Λίγο βορειότερα του Λαμπαδία, βρίσκεται το σημείο της ουράνιας σφαίρας απ’ όπου φαίνεται να έρχεται η βροχή των διαττόντων αστέρων της 20ής Νοεμβρίου, γνωστών ως «Ταυρίδες». 
• Ο β Ταύρου, διπλός αστέρας σχεδόν πάνω στο σύνορο με τον Ηνίοχο, είναι γνωστός ως Αλνάθ (Alnath) ή Ελ Ναθ. 
• Ο γ, στις Υάδες (είναι γνωστός με το όνομα Πρώτος των Υάδων, Prima Hyadum ή Hyadum I), έχει φαινόμενο μέγεθος 3,65.
• Ο δ1 είναι ο Δεύτερος των Υάδων (Hyadum II), έχει φαινόμενο μέγεθος 3,76.
• Ο ε, επίσης μέλος των Υάδων, είναι γνωστός ως Ain ή «Βόρειος Οφθαλμός», από τη θέση που κατέχει στη μορφή του αστερισμού, και το φαινόμενο μέγεθός του είναι 3,53. 
• Ο ζ είναι ακόμα φωτεινότερος, με φαινόμενο μέγεθος 3. 
• Ο η είναι γνωστός με το ελληνικό όνομα Αλκυόνη, ως ο φωτεινότερος των Πλειάδων. 
• Ο θ1, στις Υάδες, έχει φαινόμενο μέγεθος 3,84. Ευρισκόμενος πολύ κοντά στην τροχιά της Σελήνης, υφίσταται τακτικά εκλείψεις από αυτή, ονομαζόμενες επιπροσθήσεις. Με τη βοήθεια μιας επιπροσθήσεως, στις 17 Φεβρουαρίου 1978, ανακαλύφθηκε από τον R. Hayes συνοδός αστέρας με φαινόμενο μέγεθος 7,8 και διαχωρισμό 0,08 του δευτερολέπτου του τόξου από τον κύριο αστέρα. Το όλο σύστημα απέχει από τη Γη περί τα 150 έτη φωτός. 
• Ο λ, μεταβλητός δι' εκλείψεων αστέρας, έχει φαινόμενο μέγεθος 3,4 ως 3,9. Η περίοδος μεταβολής είναι 3 ημέρες, 22 ώρες 52 λεπτά. 
• Ο μ έχει φαινόμενο μέγεθος 4,29. 
• Ο ν έχει φαινόμενο μέγεθος 3,91. 
• Ο ξ έχει φαινόμενο μέγεθος 3,74. 



Ο αστερισμός του Ταύρου είναι ένας από τους πιο ενδιαφέροντες αστερισμούς, από τους πιο μελετημένους από το ανθρώπινο μάτι, από τους πιο πλούσιους σε αντικείμενα ιστορίας και φολκλόρ και ίσως από τους πρώτους αν όχι ο πρώτος αστερισμός που δημιούργησε ο άνθρωπος, καθώς περιέχει τις θρυλικές ομάδες της Πούλιας και των Υάδων, αλλά και σχετίζεται με τον Ταύρο, τη Σελήνη και την Εαρινή Ισημερία, τρεις βασικούς παράγοντες που μας ταξιδεύουν τουλάχιστον στο 3000-4000 πΧ. 

Ο Ταύρος λατρευόταν από τον άνθρωπο και ζωγραφιζόταν στα βάθη των σπηλαίων, από τα Πυρηναία μέχρι την Αφρική. Το πρώτο αρχιτεκτονικό δημιούργημα του ανθρώπου είναι ο ταύρος, που βρέθηκε σε βάθος 700 μέτρων στη σπηλιά Tuc d’ Audoubert στα γαλλικά Πυρηναία και χρονολογείται γύρω στα 30.000 χρόνια (ύστερη παλαιολιθική εποχή). Ο χώρος όπου στεκόταν ο ταύρος αυτός, ήταν πολύ πιθανόν χώρος ιερός και σχετιζόταν με προσφορά θυσιών, γύρω από τις οποίες μαζεύονταν οι άνθρωποι εν χορώ. Αντίστοιχα επεισόδια λατρείας του ταύρου, συνοδευόμενης από χορούς, έχουμε και στη Βίβλο (χορός γύρω από το χρυσό ταύρο, ο εξωτερικός διάκοσμος της πισίνας στο ναό του Σολομώντος είχε ταύρους κ.α.).

Τα κέρατα του ταύρου όμως, στα μάτια κάποιων, έμοιαζαν και με το μηνίσκο της Σελήνης στις αρχές και στο τέλος του κύκλου των φάσεών της, και ιδιαίτερα με τη Νέα Σελήνη. Έτσι, κερασφόρα ζώα διαφόρων λαών σχετίζονται και με τη λατρεία της Σελήνης, πιθανόν διότι το σήμα του Ταύρου



συμβολίζει τη Νέα Σελήνη και την Πανσέληνο. Η λατρεία της Σελήνης ίσως ξεκίνησε από την περιοχή της Βόρειας Αφρικής και της Ευρώπης προς την πλευρά του Ατλαντικού και διαδόθηκε μετά στις χώρες της Μεσογείου και της Μεσοποταμίας. Η λατρεία αυτή, σε σχέση με το ότι ο αστερισμός του Ταύρου ήταν ο πρώτος των ζωδιακών αστερισμών πριν 3000 χρόνια, έδωσε πιθανόν τις θεϊκές διαστάσεις στο ζώο αυτό.



Εξαιτίας της μετάπτωσης των ισημεριών, το εαρινό ισημερινό σημείο έπεφτε στον αστερισμό του Ταύρου από το 4000 πΧ ως το 1750 πΧ περίπου. 

Η Κρήτη, η πρώτη κοιτίδα του ελλαδικού πολιτισμού, είχε παράδοση με τους Ταύρους, καθώς εκεί υπήρχε ο Μινώταυρος, εκεί υπήρχε ο Ταύρος της Κρήτης που συνέλαβε ο Ηρακλής, εκεί υπήρχαν τα Ταυροταθάψια και οι Ταυρομαχίες. Ο ταύρος ήταν ιερός στην αρχή και μετά έγινε σύντροφος στο παιχνίδι. Ο Δίας έγινε ταύρος για να αρπάξει την Ευρώπη από τους Φοίνικες. Ο Δίας βγαίνει σαν λευκός ταύρος μέσα από τη θάλασσα και αρπάζει την πριγκίπισσα Ευρώπη των Φοινίκων και εξαφανίζεται. Η λατρεία του ταύρου είναι και εδώ εμφανής στο ύψιστο σημείο (ο Δίας-ταύρος). 



Και κάπως έτσι ίσως να έγινε και το πέρασμα από την Αίγυπτο στους Φοίνικες και μετά στους Έλληνες. 

Είδωλα ταύρων βρίσκονται σε πολλές αιγυπτιακές πυραμίδες και κείμενα πεθαμένων Φαραώ γράφουν: 

«έρχομαι σε εσένα μεγάλε, ισχυρέ ταύρε, ανάμεσα στ’ αστέρια τ’ ουρανού, Θωτ, Σελήνη, που βρίσκεσαι στον ουρανό». 

Όμως, τη λατρεία του Ταύρου και της Σελήνης την πήραν και οι Μεσοποτάμιοι, καθώς και οι Εβραίοι και οι Φοίνικες. Στη Βίβλο, όπως προείπαμε, αναγράφεται ότι στο θυσιαστήριο του ναού του Σολομώντος, κατασκευάστηκε μια κυκλική αποθήκη θαλασσινού νερού η οποία στηριζόταν σε 12 ταύρους ή βόδια, που ήταν προσανατολισμένα προς τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Είχαμε δηλαδή τη λατρεία του ταύρου σε θρησκευτικούς χώρους. 

Δεν προκαλεί λοιπόν εντύπωση το γεγονός ότι ο Ταύρος παρέμενε σπουδαίο τμήμα της θρησκευτικής πρακτικής, για όλη την θρησκευτική ιστορία, αφού τόσο κατά τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους ο αστερισμός εικονίζει τον ταύρο της φάτνης, όσο και κατά τον 17ο αιώνα, όταν στους ζωδιακούς αστερισμούς δόθηκαν τα ονόματα των 12 Αποστόλων, ο Ταύρος έλαβε αυτό του «Αγίου Ανδρέα». 


Σε αυτό το σημείο όμως, αξίζει να αναφερθούμε ιδιαιτέρως στον Αλντεμπαράν, που για τους Βαβυλωνίους ήταν ο «φορέας του φωτός» και ο «ηγέτης των αστέρων». Για τον Πτολεμαίο ήταν ο «Λαμπαδίας» και για άλλους το «Όμμα Βοός», που έγινε για μερικούς -ίσως απρόσεκτα- η «καρδιά του Ταύρου». Οι Άραβες όμως τον συνέδεαν με τις Υάδες και συχνά με τις καμήλες τους. Ήταν η «χοντρή καμήλα», ή η «μάνα καμήλα», ενώ οι Υάδες ήταν οι «μικρές καμήλες». 

Το όνομά του, προέρχεται από το «Αλ Δαβαράν», δηλαδή «Ο Ακόλουθος» που το μοιραζόταν με τις Υάδες, γιατί ακολουθούσαν τις Πλειάδες στην ανατολή τους, αν και στην αρχή φαίνεται να είχε το όνομα «Ναιρ Αλ Δαβαράν», δηλαδή «Ο λαμπρός από τους Ακόλουθους» που ήταν οι Υάδες.






Υάδες

Οι Υάδες, ήταν γνωστές σε όλους τους λαούς της Γης, ως φορείς της βροχής. Αυτό αποτυπώνει και το όνομά τους ακόμη, αφού προέρχεται από το ρήμα «Ύειν» που σημαίνει «Βρέχειν». Έτσι, όταν ήταν η ώρα της πρωινής και απογευματινής δύσης τους, το Μάη και το Νοέμβρη κυρίως, γνώριζε ο κόσμος ότι έρχεται η εποχή της βροχής. Παραδόξως, και οι Κινέζοι που δεν έχουν τη βροχή συγχρόνως με τους Έλληνες και τους Λατίνους, τις ονόμαζαν το 1100 πΧ «Γιου Σι», δηλαδή «Ο Αφέντης της Βροχής». 

Οι Υάδες ήταν κόρες του Άτλαντα και της Πλειόνης (κατά το «Fabulae» του Υγίνου), ή της Αίθρας (κατά το «Ημερολόγιο» του Οβίδιου και το «Περί Αστρονομίας» του Υγίνου), ενώ ο Υγίνος στο «Περί Αστρονομίας» («Poeticon Astronomicon») δίνει και την πιθανότητα να ήταν κόρες του Ύαντα και της Βοιωτίας. Στην επικρατέστερη εκδοχή πάντως, ο Ύας ήταν αδελφός τους. oι Υάδες μαζί με τις 7 Πλειάδες αποτελούν τις 14 Ατλαντίδες, αλλιώς γνωστές ως Δωδωνίδες καθώς ήταν νύφες της Δωδώνης στις οποίες δόθηκε ο θεός Διόνυσος ως βρέφος για να τον μεγαλώσουν, από τον Δία. Μετά τον θάνατο του Ύαντα σε κυνηγετικό δυστύχημα (από ένα λιοντάρι κατά μια εκδοχή ή από έναν άγριο κόπρο κατά μια άλλη), οι Υάδες άρχισαν να κλαίνε από τη λύπη τους ασταμάτητα (μια μυθολογική αιτιολόγηση για το «κλάμα» της βροχής), στενοχωρήθηκαν πάρα πολύ, αρρώστησαν βαριά και τέλος πέθαναν. Για αυτή τη μεγάλη λύπη τους ο Οράτιος τις ονομάζει «tristes Hyades». Τότε οι θεοί τις λυπήθηκαν και τις μεταμόρφωσαν σε αστέρια. Άλλη εκδοχή είναι ότι έγιναν αστέρια από τον Δία σε ανταμοιβή για το έργο τους να αναθρέψουν έναν Θεό. Και πραγματικά, η εμφάνιση του σμήνους αυτού πριν την αυγή (η εώα επιτολή τους) προμήνυε κάθε χρόνο το τέλος του ξερού καλοκαιριού και τις πρώτες βροχές για τις μεσογειακές χώρες. 

Τα ονόματα των Υάδων ποικίλλουν στους διάφορους μυθογράφους. Η επικρατέστερη ίσως εκδοχή θέλει τα ονόματά τους να είναι τα εξής: 

• Φάολα ή Αίσουλα
• Αμβροσία (η τροφός του Διονύσου που μεταμορφώθηκε σε κλήμα αμπέλου)
• Διώνη (σύζυγος του Τάνταλου και μητέρα του Πέλοπα και της Νιόβης)
• Ευδώρα
• Κορωνίς (ακόλουθος του Διονύσου πουγέννησε με τον Δία τον ήρωα Βούτη)
• Θυώνη
• Πολυξώ. 

Σε αυτές προστίθενται συνήθως και η Προδίκη, κόρες του Ύαντα από την Αίθρα. Οι Υάδες ενίοτε, συγχέονται κάποτε με τις Νυσιάδες, Νύμφες που ήταν οι τροφοί του θεού Διονύσου, σε κάποιες παραδόσεις. 

Ο πρώτος που σκέφθηκε να εντάξει αυτό το σμήνος σε κάποιο κατάλογο φαίνεται ότι υπήρξε ο Giovanni Batista Hodierna το έτος 1654. Ο Λιούις Μπος (Lewis Boss) απέδειξε πρώτος, το 1908, ότι αυτή η διάταξη των αστέρων ήταν αστρικό σμήνος. Ο Σαρλ Μεσιέ χρησιμοποιούσε αστρικούς χάρτες που περιείχαν και ονομάτιζαν τις Υάδες, αλλά δεν τις συμπεριέλαβε στον περίφημο κατάλογό του. 






Πλειάδες ή Πούλια

Οι Πλειάδες ή Πούλια του λαού μας, είναι ίσως η πιο πολυτραγουδισμένη ομάδα αστέρων του ουρανού. Αναφέρεται στην ιστορία, την ποίηση, τη λαογραφία όλων των λαών της γης και είναι σκεπασμένη με μύθους, παραδόσεις και ονόματα που κανένα άλλο άστρο ή αστερισμός δεν μπορεί να την πλησιάσει ή να συγκριθεί μαζί της. Με γυμνό μάτι φαίνονται 6 ή 7, ενώ με το τηλεσκόπιο αποκαλύπτεται ότι ολόκληρο το σμήνος αποτελείται από 2.500 περίπου αστέρες, που έχουν κοινή φυσική καταγωγή και περιβάλλονται από διάχυτη νεφελώδη ύλη που καλείται συνολικά «νεφέλωμα των Πλειάδων». 



Απέχουν από τη Γη περίπου 440-480 έτη φωτός και είναι καταγεγραμμένη στους ουράνιος καταλόγους με τον κωδικό αριθμό Μ45.

Οι 7 Πλειάδες ήταν κόρες του Άτλαντα (ο αστέρας 27 του Ταύρου) και της Πλειόνης (ο αστέρας 28 του Ταύρου) και αυτές, όπως και οι Υάδες. Κάπου στην Αναγέννηση, άγνωστο από ποιον, απέκτησαν και τα ατομικά τους ονόματα μέσα στο σμήνος. Αυτές είναι: 

• Η Μαία, η πρωτότοκη και ομορφότερη, μητέρα του Ερμή από τον Δία. Προς τιμήν της, ο πέμπτος μήνας του έτους ονομάστηκε από τους Ρωμαίους Μάιος. Λατρευόταν ως θεά σε πολλά μέρη της Ελλάδος και ιδιαίτερα στην Πυλία. 
• Η Ταϋγέτη, η μικρότερη από όλες τις Πλειάδες, μητέρα του πρώτου βασιλιά της Σπάρτης Λακεδαίμονα από τον Δία. Τάμα δικό της στη θεά Αρτέμιδα ήταν η Κερυνίτις Έλαφος, που αποτελεί τον 4ο άθλο του Ηρακλέως, βεβαίως-βεβαίως. 
• Η Ηλέκτρα, μητέρα του Δαρδάνου, γενάρχη των Τρώων και του Ιασίονος, από τον Δία. Κατά τη μυθολογία η Ηλέκτρα χάθηκε. Έτσι ερμήνευσαν οι αρχαίοι το γεγονός ότι το άστρο αυτό μερικές φορές, λόγω των διαταραχών της ατμόσφαιρας, δεν φαίνεται καθαρά. Κατά μια άλλη εκδοχή, δεν φαίνεται διότι η Ηλέκτρα καλύπτει το πρόσωπό της για να μη βλέπει την καταστροφή της Τροίας, που την είχε χτίσει ο γιος της Δάρδανος. 
• Η Στερόπη, σύζυγος (ή μητέρα) του ήρωα Οινόμαου, μυθικού βασιλιά της Πίσσης από τον Άρη. 
• Η Κελαινώ, μητέρα του Θηβαίου ήρωα Λύκου και του Ευρύπυλου, βασιλιά της Κυρήνης, από τον Ποσειδώνα. 
• Η Αλκυόνη, μητέρα του Υριέα, του Υπερίωνα και της Αιθούσης από τον Ποσειδώνα. 
• Η Μερόπη, σύζυγος του Σίσυφου (βασιλιά της Εφύρας, δηλαδή της Κορίνθου) και μητέρα του Γλαύκου. Στην αρχαιότητα ίσως ήταν η λιγότερο ορατή και για τον λόγο αυτό θεωρείτο θνητή. Κατά τη μυθολογία καλυπτόταν με ομίχλη επειδή πήρε θνητό σύζυγο, και αυτός ήταν ο λόγος που πολλοί πίστευαν ότι ίσως αυτή να ήταν η χαμένη Πλειάδα. Πάντως σήμερα είναι ένα από τα λαμπρότερα αστέρια των Πλειάδων. 



Το όνομά τους (το οποίο επιβιώνει σε μερικές περιοχές ο αστερισμός με κάποιες παραφθορές, όπως Πλειά στη Ρόδο, Πιλειά στη Χίο, Ομπλειά στην Κύπρο, Απλειά στη Σύμη) το πήραν πιθανόν από τη μητέρα τους, αλλά ίσως να προέρχεται και από το επίθετο «πλείος» ή «πλέως», δηλαδή πολλά αστέρια μαζεμένα μαζί, τα οποία πληρούσαν όλο το χώρο που βρίσκονταν. Κάποιοι βέβαια λένε ότι μπορεί να προέρχεται από το «Πελειάδες» δηλαδή «Περιστερές» που έφερναν από τον Ωκεανό αμβροσία και τάιζαν τον μικρό Δία όσο ήταν στην Κρήτη. Ή μπορεί να προήλθε το όνομά τους και από το «πλειν», δηλαδή το «πλέω», γιατί με την ηλιακή τους ανατολή το Μάιο άνοιγε και η περίοδος της ναυτιλίας στη χώρα μας και έκλεινε με τη δύση τους το Νοέμβριο. Ο Ησίοδος εξάλλου το καθορίζει ρητά στα «Έργα και Ημέραι» του, συμβουλεύοντας τον αδερφό του: 

«Έχε το νου σου πως, όταν οι Πλειάδες τρέχοντας να ξεφύγουν από τη δύναμη του φοβερού Ωρίωνα πέφτουν στο μαύρο πέλαγος, τότε κάθε λογής αγέρηδων λυσσομανάει το φύσημα. Και τότε μην αφήνεις πια καράβι μέσα στην κρασάτη θάλασσα». 

Στο απόσπασμα αυτό του Ησιόδου βλέπουμε και το βοιωτικό μύθο που αναφέρει ο Πίνδαρος, σύμφωνα με τον οποίο ο γίγαντας Ωρίωνας τις ερωτεύτηκε -ιδιαίτερα τη Μερόπη- και τις καταδίωξε θέλοντας να τις απαγάγει. Η καταδίωξη συνεχίστηκε για πέντε χρόνια, οπότε οι Πλειάδες κατέφυγαν στο Δία, που τις έκανε αστερισμό για να τις γλιτώσει. Ο Ωρίωνας όμως τις ακολούθησε στον ουρανό σαν αστερισμός κι αυτός, κι έτσι οι Πλειάδες, που προπορεύονται μπροστά του στον ουρανό, πέφτουν στη θάλασσα για να του ξεφύγουν. Μια άλλη Βοιωτική παραλλαγή του μύθου λέει πως ο Ωρίωνας, ερωτευμένος με τη μητέρα τους Πλειόνη, την κυνηγούσε, αλλά αυτή έφευγε μαζί με τις κόρες της γιατί δεν τον ήθελε. Τότε ο Δίας τις μετέτρεψε σε περιστέρια που τα τοποθέτησε στον ουρανό και ο Ωρίωνας τις κυνηγά συνέχεια χωρίς να τις φτάνει. 

Άλλη εκδοχή, λέει ότι οι Πλειάδες έγιναν άστρα όταν αυτοκτόνησαν λόγω της μεγάλης τους λύπης για την τιμωρία του πατέρα τους Άτλαντα, αρχηγού των Τιτάνων, από το θεό Δία. Μετά τη συντριβή των Τιτάνων από τους Ολύμπιους θεούς, ο Δίας έκλεισε όλους τους Τιτάνες στα Τάρταρα, όπου τους φρουρούσαν οι τρομεροί Εκατόγχειρες, ο Βρυάρεως, ο Κόττος και ο Γύης. Τον Άτλαντα όμως τον περίμενε φοβερότερη τιμωρία: ο Δίας τον καταδίκασε να κουβαλάει αιώνια το βάρος του ουρανού στις πλάτες του και να μη βρίσκει ποτέ ξεκούραση.

Σύμφωνα με μια ακόμα εκδοχή, οι Πλειάδες αυτοκτόνησαν, επειδή ήταν απαρηγόρητες για το θάνατο των αδελφών τους, των Υάδων, που είχαν ήδη μετατραπεί σε αστέρια από τον Δία. Έτσι, μετά το θάνατό τους, οι Πλειάδες τοποθετήθηκαν και αυτές στον ουρανό από τους θεούς, με τους οποίους οι περισσότερες είχαν συνάψει ερωτικές σχέσεις. 

Για πολλούς λαούς, οι Πλειάδες ήταν ιπτάμενα όντα ή πτηνά, όπως εξάλλου θέλει και η μια από τις ετυμολογικές ερμηνείες του ονόματός τους που προαναφέραμε. Από την Κίνα και την Αραβία, μέχρι τους Εβραίους και τους Άγγλους, ήταν «η Κότα με τα κλωσοπούλια της» ή «οι κότες στο κοτέτσι τους» ή «οι απογευματινές κότες». Κατά τη νεοελληνική παράδοση είναι η «κλώσσα με τα επτά κλωσσόπουλα» εξ ου και το όνομα «Κλωσσαριά». 

Η Πούλια φαίνεται ότι είναι ο πρώτος αστερισμός που καταγράφεται στα αστρονομικά χρονικά. Είναι καταγεγραμμένος στο «Σινικά Χρονικά» το 2357 πΧ, και για τους Ινδούς ήταν τότε ο «Κριτίκα» ή ο «Καρτίες», δηλαδή «Ο Στρατηγός της Ουράνιας Στρατιάς». Οι Ινδοί αργότερα τις ονόμαζαν «Η Φλόγα» του θεού Άγνι, δηλαδή του θεού της Φωτιάς. Το μήνα «Καρτίκ» (Οκτώβριος-Νοέμβριος) είχαν τη μεγάλη τους γιορτή των άστρων «Ντιμπαλί» γιορτή των Λαμπτήρων, κατάλοιπο της οποίας είναι η «Γιορτή των Φαναριών» στη σημερινή Ιαπωνία. Στην Αυστραλία όμως, τις έβλεπαν σαν «Νέες Κοπέλες», που έπαιζαν μουσική και χόρευνα για τους «Νέους Άντρες», δηλαδή τη ζώνη του Ωρίωνα. Στα νησιά του Σολομώντα ήταν επίσης ομάδα νεαρών γυναικών (Togo ni samu), ενώ στους Ινδιάνους της Αμερικής, απλώς «Οι χορευτές». Στην Κίνα, πολύ αργότερα έγιναν «Οι 7 βιομηχανικές αδερφές» που γιορτάζονταν από νέους και νέες. 

Οι Πλειάδες για τους λαούς του Νοτίου ημισφαιρίου ήταν ότι και ο Προμηθέας για εμάς, που τους έδειξαν τη χρήση της φωτιάς και την καλλιέργεια του ρυζιού. Η τελευταία τους ηλιακή ανατολή, άρχιζε την εποχή των γεωργικών δραστηριοτήτων τους, όπως και σε εμάς που ο Απρίλιος ήταν ο μήνας των γεωργικών δραστηριοτήτων και συνδεόταν με την ανατολή τους. Ο Ησίοδος γλαφυρά, συμβουλεύει τον αδερφό του: 

«Όταν ανατέλλουνε οι Πλειάδες, οι κόρες του Άτλαντα, δώστε να αρχίσει ο θέρος και όταν βασιλεύουνε, δώστε να αρχίσει το όργωμα».

Παρόμοιες συμβουλές έδινε αιώνες αργότερα τόσο ο Βιργίλιος στα «Γεωργικά» του όσο και ο Πλίνιος. Αυτή η συνάφεια με τις εποχές εξάλλου, επιζεί μέχρι και σήμερα στη λαϊκή μας παράδοση με την παροιμία: 

«Όντας η Πούλια βασιλεύει, ο καλός ο ζευγολάτης αποσπέρνει, κι ούτε τσοπάνος στα βουνά κι ούτε ζευγάς στους κάμπους». 

Όλες αυτές και άλλες τόσες αντιλήψεις, για την Πούλια, μπορούν να χωρέσουν κάτω από τον ίδιο στίχο του δημοτικού μας τραγουδιού που λέει:


 «από όλα τ’ άστρα τ’ ουρανού, η Πούλια είν’ το κεφάλι» 

δείχνοντας τη σημασία που είχε στην καθημερινή ζωή των κατοίκων της υπαίθρου αυτός ο αστερισμός για τον προσδιορισμό της ώρας και των εποχών. 

Με την ανατολή τους το Νοέμβριο, συνδέονταν και οι γιορτές των λαών του βορείου ημισφαιρίου για τους πεθαμένους τους. Ήταν δηλαδή, η στιγμή της μνημόνευσης τους και της ανάμνησής τους, «τα μνημόσυνα για τις ψυχές τους» που άφησαν μέχρι σήμερα σε εμάς. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι η «Γιορτή των Αγίων Πάντων» και η «Γιορτή των Αποθαμένων» στις αρχές Νοεμβρίου. Οι Αμερικανοί εξάλλου, έχουν τις τρεις μεγάλες τους γιορτές το Νοέμβριο: «All Hallow Eve», «Alla Saints’ Day», και «All Souls’ Day». 

Για τους λαούς της Πολυνησίας που ζούσαν στα νησιά Hervey, το σμήνος ονομαζόταν «Matarii», δηλαδή «Τα μικρά μάτια», αλλά στην αρχή πίστευαν ότι οι Πλειάδες ήταν ένας μόνο λαμπρός αστέρας, που η λάμψη του έκανε το θεό Τανέ και τον αστέρα Μερέ (δηλαδή το Σείριο για μας), να τον φθονήσουν και να τον κυνηγήσουν, σπάζοντάς τον τελικά σε έξι κομμάτια. Έξι αμυδρά αστέρια έβλεπε και ο Άρατος, ο οποίος γράφει στα «Φαινόμενά» του ότι «οι άνθρωποι λένε ότι οι Πλειάδες είναι εφτά αλλά φαίνονται μόνο έξι». Το ίδιο πίστευαν αρκετοί λαοί, όπως οι Νοτιοαμερικανοί, για τους οποίους «οι επτά αδερφές» ήταν έξι. Παρότι ο Ίππαρχος έβλεπε επτά, ο βοιωτικός μύθος λέει ότι οι έξι αδερφές σκότωσαν τη μια που ερωτεύτηκε τον Ωρίωνα, ενώ και ο λαϊκός στίχος από τα «Εκατολόγια της Αγάπης» λέει ότι: «Έξι αστέρια σέρνει η Πούλια». Για κάποιους λοιπόν, ήταν «Επτάποροι» και για κάποιους άλλους ήταν «Έξαστρον». 

Η Πούλια δεν γινόταν να μην απαντά και στα παραμύθια φυσικά. Εκεί, προσωποποιείται και άλλοτε μαζί με τον αγαπημένο αδερφό της, τον Αυγερινό, μεταμορφώνονται σε άστρα για να απαλλαγούν από την κακία των ανθρώπων, και άλλοτε προσφέρεται ως χάρισμα από τη Φύση σε μια κόρη ορφανή: 


«Δροσούλα έδωσ’ η αυγή 
κι ο κάμπος το φουστάνι, 
τα διαμαντένια τ’ άστρια όλα μαζί 
την Πούλια για στεφάνι…» 





Νεφέλωμα του Καρκίνου

Πλησίον του αστέρα ζ του Ταύρου και ελαφρώς βορειοδυτικά αυτού, βρίσκεται το περίφημο νεφέλωμα του Καρκίνου (Crab Nebula) που απέχει 6.500 περίπου έτη φωτός από εμάς και φέρει τον αριθμό Μ1 στον κατάλογο του Messier, ο οποίος συνετάχθη το 1778. Η ονομασία του ελήφθη από το σχήμα του.



Το νεφέλωμα αυτό αποτελείται από τα υπολείμματα της έκρηξης ενός υπερκαινοφανούς αστέρα (supernova), και καταγράφηκε για πρώτη φορά το 1054 όταν εξερράγη, από τον Κινέζο αστρονόμο Γιανγκ Γουέι-Τε, ο οποίος τον έβλεπε ακόμα και την ημέρα για τρεις συνεχείς περίπου εβοδμάδες. Το 1967, στην καρδιά αυτού του νεφελώματος, ανιχνεύθηκε ένας ταχύτατα περιστρεφόμενος αστέρας νετρονίων (πάλσαρ) και ονομάσθηκε «Πάλσαρ του Καρκίνου». Έχει μάζα όση περίπου ο Ήλιος και περιστρέφεται γύρω από τον άξονά του 30 φορές το δευτερόλεπτο, εκπέμποντας περιοδικούς παλμούς οι οποίοι ανιχνεύονται εύκολα σε ραδιοφωνικά κύματα.





Αυτός ήταν λοιπόν, αγαπητοί μου, ο Ταύρος. Ένα θηρίο ανήμερο, που κυβερνά τον μέσα μου και τον έξω μου, Ουρανό...





  

Υ.Γ.: Πληροφορίες αντλήθηκαν 1) από το βιβλίο του καθηγητή αστροφυσικής Χαρίτωνα Τομπουλίδη "Ουρανογραφία - Η Ιστορία των Αστερισμών" εκδ. Λιβάνη 1993, 2) από το διαδίκτυο, και 3) από ένα αφιέρωμα που είχε κάνει κάποτε η εφημερίδα "Καθημερινή".