Ιατροανθρωπολογία



Είναι κάποιοι άνθρωποι, που παρότι δεν τους γνωρίζεις, επιδρούν πάνω σου καταλυτικά και σκληρά καταληκτικά (όπως ακριβώς τα σκληρά καταληκτικά σημεία μια διπλής τυφλής ιατρικής μελέτης), καθώς σε βοηθούν να καταλήξεις σε σημαντικά συμπεράσματα. Ένας τέτοιος άνθρωπος, είναι και ο Ομότιμος Καθηγητής Ιατρικής, Θεόδωρος Μουντοκαλάκης, τον οποίο γνωρίζω μόνο μέσω του βιβλίου του που μας μοίρασαν στην Ιατρική Σχολή, και μέσω των απόψεών του στον τύπο, πολλά χρόνια τώρα. 

Το βιβλίο του, το έχω χαρακτηρίσει ως το -μακράν- πιο σοβαρό, απολαυστικό, ολοκληρωμένο βιβλίο από τα εκατοντάδες -ελληνόγλωσσα και ξενόγλωσσα- που μας μοίρασαν σε εκείνο το ίδρυμα… Επίσης, το ξεχωρίζω και για έναν άλλο λόγο: διότι, καταπιάνεται ίσως με το σημαντικότερο κομμάτι της επιτέλεσης της Ιατρικής Πράξης, που είναι αυτό της «Διαφορικής Διάγνωσης», κοινώς της Διαφορετικής Διάγνωσης που οφείλεις να κάνεις, όταν προσεγγίζεις ένα θέμα (έναν άνθρωπο, μια κατάσταση, ένα πρόβλημα… θα συμπλήρωνα εγώ…). Αμέσως, αμέσως, και μόνο που προσεγγίζει με τόσο ιδιαίτερο τρόπο, τον τρόπο να προσεγγίζουμε την τόσο ιδιαίτερη διαφορετικότητα (είτε αυτή αφορά δια-γνώσεις είτε γνώσεις εν γένει…), τον κατατάσσω αυτομάτως, σε έναν μεγάλο Ανθρωπολόγο. 

Κάποτε, το Νοέμβριο του 2008 σε ένα άρθρο του με τον τίτλο «Μια επαίσχυντη συμπεριφορά συνέπεια ελλείμματος παιδείας», προσπαθώντας να εξηγήσει το έλλειμμα παιδείας των ιατρών, το οποίο με τη σειρά του εξηγεί τις όποιες ανάρμοστες και ανήθικες συμπεριφορές αυτών, γράφει: 

«Τρεις είναι οι γενεσιουργές αιτίες αυτού του ελλείμματος. Η πρώτη σχετίζεται με τον τρόπο επιλογής των υποψήφιων φοιτητών ιατρικής. Από τους ειδικούς της ιατρικής εκπαίδευσης αναγνωρίζεται ομοφώνως ότι οι συνήθεις εξετάσεις για την εισαγωγή στις ιατρικές σχολές, ελέγχουν γνώσεις και ευφυΐα, αλλά όχι στάση και συμπεριφορά, με αποτέλεσμα να μην εξασφαλίζουν την επιλογή εκείνων των οποίων η προσωπικότητα είναι η πιο κατάλληλη για την άσκηση της ιατρικής. Δεύτερη αιτία είναι η απουσία των ανθρωπιστικών επιστημών από τα προγράμματα σπουδών των ιατρικών μας σχολών. Πριν από λίγα χρόνια, ένας επιστολογράφος του British Medical Journal έγραφε στη σύνταξη του περιοδικού: <<Οι κύριες προτεραιότητες ενός ιατρού πρέπει να είναι η συμπάθεια και η έγνοια για τον άρρωστο του και από εκεί είναι που αρχίζει η ιατρική εκπαίδευση. Για να ενδιαφερθεί κανείς για τους ανθρώπους, είναι απαραίτητο να τους καταλάβει. Η κατανόηση, ωστόσο, των ανθρώπων δεν προκύπτει από τη σπουδή της νευροφυσιολογίας ή την εξέταση μιας μαγνητικής τομογραφίας, αλλά από τη λογοτεχνία, την ποίηση και τις καλές τέχνες, που μαζί με τη φιλοσοφία πρέπει να αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της ιατρικής εκπαίδευσης>>
. Η εκ πρώτης όψεως παράδοξη αυτή ιδέα, δεν είναι πρωτότυπη. Η ανάγκη για την -πέραν των βιολογικών γνώσεων και της τεχνικής επάρκειας- ευρύτερη καλλιέργεια του ιατρού έχει επισημανθεί εδώ και πολλές δεκαετίες και από τις δυο μεριές το Ατλαντικού. Είναι μια ανάγκη που καθορίζεται απ’ την ίδια τη φύση του ιατρικού έργου, αφού η ιατρική έχει ως κοινό αντικείμενο με τη λογοτεχνία και την τέχνη, τον άνθρωπο. Τρίτη αιτία του ελλείμματος παιδείας, είναι η απουσία από τις ιατρικές μας σχολές προτύπων για μίμηση ικανών να βοηθήσουν τους φοιτητές στο να εγκολπωθούν αξίες, στάσεις και συμπεριφορές κατάλληλες για την άσκηση της ιατρικής. […] Σύμφωνα με έρευνες που έχουν διεξαχθεί σε αυτό το θέμα, τα σπουδαιότερα προσόντα των εκπαιδευτών που αναδεικνύονται απ’ τους ίδιους τους φοιτητές σε πρότυπα για μίμηση δεν είναι οι επιτυχίες τους στην έρευνα ή η θέση τους στην ακαδημαϊκή ιεραρχία, αλλά η συμπόνια που δείχνουν για τον άρρωστο και η ακεραιότητα του χαρακτήρα τους».