I still believe I hear, I still believe I see... You?



Κάθομαι και παρατηρώ τις ορδές των μυρμηγκιών που μπορεί να σχηματίζουν μέχρι και χιλιόμετρα κατά τις καθημερινές τους εργασίες. Ταυτόχρονα, συνειδητοποιώ ότι οι ορδές αυτές δεν είναι μονής αλλά... διπλής κατεύθυνσης! Και το ακόμα πιο συναρπαστικό, ότι δεν υπάρχει σαφής πορεία των μεμονωμένων ατόμων-μυρμηγκιών, παρά μόνο φαίνεται να ακολουθούν έναν βασικό κανόνα: πρόσεχε μην τρακάρεις! Έτσι, τα μυρμήγκια δεν ακολουθούν ούτε το ελληνικό, ούτε το αγγλικό οδικό σύστημα, αλλά κάνουν μια κίνηση σαν αυτή που είχε περιγράψει ο Αϊνστάιν ως την τυχαία κίνηση των μορίων (random walk of molecules) στο χώρο, ακολουθώντας ουσιαστικά τυχαίες κινήσεις, που την τελευταία στιγμή αλλάζουν όταν κοντά στο πεδίο αντίληψής τους, "πιάνουν" με τις μικροσκοπικές κεραίες τους τον ερχομό ενός άλλου ατόμου-μυρμηγκιού! Θέλετε κι άλλο; Αν κάτι παρεμβεί μπροστά στην πορεία τους, μετά από μια πρόσκαιρη αναταραχή και σύγχυση, θα ξανασυνταχθούν και θα υπερπηδήσουν το εμπόδιο, θα το καβαλήσουν, και θα συνεχίζουν την προδιαγεγραμμένη πορεία τους, ως να μην υπήρχε μπροστά τους το εν λόγω εμπόδιο!

Από αυτήν την παρατήρηση μου έρχονται στο μυαλό κάποιες σκέψεις:

"Ο πρώτος και περισσότερο θεμελιώδης κανόνας είναι να αντιμετωπίζει κανείς τα κοινωνικά γεγονότα σαν πράγματα. Την στιγμή που μία καινούργια τάξη φαινόμενων γίνεται αντικείμενο επιστήμης, τα φαινόμενα αυτά είναι ήδη νοητά όχι μόνο μέσα από αισθητές εικόνες αλλά και μέσα από ένα είδος χονδρικά διαμορφωμένων εννοιών. Πριν από τα πρώτα στοιχεία της φυσικής και της χημείας, οι άνθρωποι είχαν ήδη αναφορικά με τα φυσικο-χημικά φαινόμενα ιδέες, που ξεπερνούσαν την απλή αντίληψη· τέτοιες, παραδείγματος χάρη έννοιες βρίσκουμε ανακατωμένες σ’ όλες τις θρησκείες. Γιατί, πραγματικά, η σκέψη προηγείται της επιστήμης, που δεν κάνει τίποτε άλλο από το να τη χρησιμοποιεί μεθοδικότερα. Ο άνθρωπος δεν μπορεί να ζήσει ανάμεσα στα πράγματα χωρίς να σχηματίσει γι’ αυτά ιδέες, σύμφωνα με τις οποίες κανονίζει τη συμπεριφορά του. Μόνο που, επειδή οι ιδέες αυτές είναι πιο κοντά μας και μας είναι πιο προσιτές από τις πραγματικότητες στις οποίες αναφέρονται, τείνουμε φυσικά να τις υποκαθιστούμε σ’ αυτές τις τελευταίες και να στηρίζουμε τις θεωρίες μας σ’ αυτές".

(απόσπασμα του Εμίλ Ντυρκάιμ, από το "Οι κανόνες της κοινωνιολογικής μεθόδου" μτφρ.-επιμ. Π. Μ. Μουσούρου, Gutenberg, Αθήνα 1978, χωρίς άδεια αναδημοσίευσης)


Που ακολουθούνται από κάποιες ακόμα σκέψεις:

"[...] τούτες οι συνθήκες [από τις οποίες εξαρτώνται οι πρωτόγονες ταξινομήσεις] είναι κοινωνικής φύσεως. Μακράν του να είναι οι λογικές σχέσεις των πραγμάτων που χρησίμευσαν ως βάση στις κοινωνικές σχέσεις των ανθρώπων, στην πραγματικότητα οι τελευταίες χρησιμοποιήθηκαν ως πρωτότυπο στις πρώτες. [...]

Η κοινωνία δεν ήταν απλώς ένα μοντέλο σύμφωνα με το οποίο εργάστηκε η ταξινομητική σκέψη· είναι τα δικά της πλαίσια που χρησίμευσαν ως πλαίσια στο σύστημα. Οι πρώτες λογικές κατηγορίες ήταν οι κοινωνικές κατηγορίες· οι πρώτες τάξεις πραγμάτων ήταν οι τάξεις των ανθρώπων, μέσα στις οποίες ενσωματώθηκαν τα πράγματα. Οι άνθρωποι επειδή ακριβώς ομαδοποιήθηκαν και σκέφτονταν τους εαυτούς του με τη μορφή της ομάδας, κατάφεραν να ομαδοποιήσουν ιδεατά τα υπόλοιπα όντα κι έτσι οι δύο τρόποι ομαδοποίησης άρχισαν να συγχέονται σε σημείο που να γίνουν αδιαχώριστοι. [...] Κοινωνική καταβολή δεν έχει μόνο η εξωτερική μορφή των τάξεων, έχουν επίσης και οι σχέσεις που ενώνουν τις τάξεις μεταξύ τους. Οι τάξεις των πραγμάτων διευθετούνται με την ίδια λογική που οι ανθρώπινες ομάδες εμπερικλείονται η μια μέσα στην άλλη, το υποκλαν μέσα στο κλαν, το κλαν μες στη φατρία, η φατρία μέσα στη φυλή. [...] Κι αν η ολότητα των πραγμάτων νοείται ως ένα και μοναδικό σύστημα, είναι επειδή και η κοινωνία προσλαμβάνει τον εαυτό της με τον ίδιο τρόπο. Αποτελεί ένα όλον, ή μάλλον αποτελεί το μοναδικό όλον στο οποίο αναφέρονται τα πάντα. Έτσι, η λογική ιεραρχία δεν είναι παρά η άλλη όψη της κοινωνικής ιεραρχίας και η ενότητα της γνώσης δεν είναι παρά η ίδια η, επεκτεινόμενη στο σύμπαν, ενότητα της συλλογικότητας. 

[...] Έχει λεχθεί κατ’ επανάληψη ότι ο άνθρωπος άρχισε από το να αναπαριστά τα πράγματα ανάγοντάς τα στον εαυτό του. Ό,τι προηγήθηκε επιτρέπει να διευκρινιστεί καλύτερα σε τι συνίσταται τούτος ο ανθρωποκεντρισμός, τον οποίο θα μπορούσε κανείς να ονομάσει ακριβέστερα κοινωνιοκεντρισμό. Το κέντρο των πρώτων συστημάτων της φύσης δεν είναι το άτομο, αλλά η κοινωνία. Είναι αυτή που αντικειμενοποιείται και όχι ο άνθρωπος".

(απόσπασμα χωρίς άδεια αναδημοσίευσης από το "Οι κανόνες της κοινωνιολογικής μεθόδου" του Εμίλ Ντυρκάιμ, μτφρ.-επιμ. Π. Μ. Μουσούρου, Gutenberg, Αθήνα 1978, κεφ. 5, «Κοινωνιοκεντρισμός, ταξινομήσεις και ενοποίηση των γνώσεων», σ. 160-173)



Και με αυτά κατά νου, αρχίζει να διαφαίνεται νομίζω η απάντηση στο ερώτημα: η κοινωνία είναι το άθροισμα των ατόμων που την αποτελούν ή κάτι περισσότερο από το απλό αυτό άθροισμα τους; Αν συνδέσουμε αυτά που λέει ο Ντυρκάιμ, ο οποίος πίστευε ότι η κοινωνία είναι κάτι ανώτερο από το απλό άθροισμα των ατόμων, και αυτά που υποστήριζε ο Μαρξ περί διαλεκτικού και ιστορικού υλισμού που είδαμε σε προηγούμενο post, κατά τα οποία όλα είναι ύλη, συνεπώς όλα προέρχονται από το άτομο, άρα πρώτα υπάρχει το άτομο και μετά η κοινωνία (δηλαδή το ανάποδο από αυτά που υποστήριζε ο Ντυρκάιμ), θα καταλήξουμε ότι οι απόψεις τους είναι κάπως σαν το ερώτημα: η κότα έκανε το αβγό ή το αβγό την κότα;

Νομίζω όμως, ότι αυτό το ερώτημα όσο δύσκολο και αν ακούγεται κατά την άρθρωσή του, τόσο εύκολο φαντάζει στην απάντησή του, αρκεί να αναλογιστούμε ένα μόνο σημείο: η κάθε κότα προέρχεται αναγκαστικά από ένα αβγό. Δεν γίνεται να δημιουργηθεί ας πούμε με παρθενογένεση ή με κλωνοποίηση (τουλάχιστον σε ένα φυσικό περιβάλλον, εκεί που δεν έχει παρέμβει ανθρώπινο χέρι...). Το αντίστροφο όμως, δεν ισχύει αναγκαστικά, διότι το κάθε αβγό δεν σημαίνει ότι έχει προέλθει από μια κότα, αλλά πολύ πιθανόν, από μια πρόδρομη μορφή της κότας, ένα κοτο-ειδές ή ένα κοτόμορφο τέρας αν προτιμάτε, το οποίο προηγήθηκε στην εξελικτική αλυσίδα της κότας.

Για να φέρουμε ένα ανάλογο παράδειγμα πιο εύκολο: πριν τον άνθρωπο υπήρχαν οι ανθρωπίδες ή ανθρωποειδή. Κάποτε, κατόπιν μεταλλάξεων θα γεννήθηκε ένα παιδί (ένα "αβγό") εκείνων των ανθρωποειδών γονέων που μάλλον έμοιαζε περισσότερο με κάτι άλλο παρά με ανθρωποειδές! Ήταν ο πρώτος άνθρωπος, ο οποίος είχε κάποιο πλεονέκτημα περισσότερο από τους γονείς του. Μετά, γεννήθηκε και άλλος άνθρωπος, και ύστερα άλλος κλπ. Ώσπου, πολλοί βρέθηκαν και άρχισαν να πολλαπλασιάζονται μεταξύ τους και κάπως έτσι, οι άνθρωποι αντικατέστησαν τα ανθρωποειδή και προχώρησε η εξελικτική αλυσίδα. Τώρα βέβαια, καμιά φορά γίνονται λάθη στην εξέλιξη και μπλέκονται οι αλυσίδες, με αποτέλεσμα κάποιοι άνθρωποι σήμερα να παραμένουν... κότες! Αυτό, βέβαια, είναι άλλο ζήτημα.

Ας ξαναγυρίσουμε όμως στο ερώτημά μας: οι άνθρωποι γεννήθηκαν εν μέσω κοινωνικής διάστασης. Έχει, λοιπόν, νομίζω απόλυτο δίκιο ο Ντυρκάιμ να λέει ότι πρώτα προηγείται η κοινωνική κατάσταση του ανθρώπου και μετά ακολουθούν, μαθαίνονται όλα τα υπόλοιπα. Η κοινωνική όμως κατάσταση, είναι και αυτό κάτι φτιαχτό, κάτι κατασκευασμένο, από το ανθρώπινο μυαλό. Άρα, και ο Μαρξ έχει λίγο δίκιο, καθώς -και εδώ ξαναγυρίζουμε στα μυρμήγκια- το "κοινωνείν" είναι κάτι που το βλέπουμε σε πολλά άλλα είδη ζώων, ως αποτέλεσμα υλικών και βιοχημικών διαδικασιών που αναπόφευκτα έχουν εγγραφεί στη γενετικό μας υλικό (δεν γίνεται λοιπόν, να μιλάμε για "υλικό" χωρίς αυτό να έχει "υλική" διάσταση). Το ζήτημα βέβαια με τους ανθρώπους, είναι το "επι-κοινωνείν", ως ένα φαινόμενο αλληλεπίδρασης της ύλης ανάλογο με το φαινόμενο της "επί-γενετικής". Και εδώ όμως, ανακύπτει το ερώτημα: μήπως ο βαθμός, ο τρόπος και ο μηχανισμός που δημιουργείται η αυτορύθμιση και ο αυτοέλεγχος στα γονίδιά μας (αυτό είναι η επιγενετική), είναι και αυτό γενετικά καθορισμένο, άρα υλικά οριοθετημένο; Δηλαδή, μήπως το πόσο θα αλλάξει κάθε γονίδιο, το πόσο "χώρο" θα αφήσει να γίνουν πάνω του αλλαγές, έχει από την αρχή καθοριστεί;

Και εδώ, φυσικά, προκύπτει ένα ακόμα ανάλογο ερώτημα: αν η κοινωνία είναι κάτι περισσότερο από το απλό άθροισμα των μερών της, αλλά ταυτόχρονα καθορίζεται από την υλική διάσταση του κάθε ατόμου που αποτελεί μέρος της, τότε πιο το όριο μεταξύ των δυο εννοιών, ατόμου και κοινωνίας; Υπάρχει όριο και αν ναι, ποιο είναι αυτό;


Εδώ, αξίζει την προσοχή μας μια ακόμα ιδέα:

"Ένα ακόμη ποιοτικό χαρακτηριστικό του χώρου που επενεργεί ουσιαστικά στις κοινωνικές αλληλεπιδράσεις συνίσταται στο γεγονός ότι διαιρούμε το χώρο, για πρακτικούς λόγους, σε τμήματα που θεωρούνται ως ενότητες και περιβάλλονται –ως αιτία και ως αποτέλεσμα αυτής της διαίρεσης– από όρια. [...]

Η έννοια του ορίου είναι εξαιρετικά σημαντική σε όλες τις αμοιβαίες σχέσεις των ανθρώπων, αν και το νόημά της δεν είναι πάντα κοινωνιολογικό. Διότι αρκετά συχνά χαρακτηρίζει μόνο το γεγονός ότι η σφαίρα μιας προσωπικότητας έχει βρει ένα όριο σύμφωνα με τη δύναμη ή την ευφυΐα, σύμφωνα με την αντοχή ή την απόλαυση –χωρίς όμως να σημαίνει αυτό ότι στο τέλος ετούτου του ορίου αρχίζει η σφαίρα ενός άλλου προσώπου, που με το δικό της όριο θα καθόριζε πιο αισθητά της σφαίρα του πρώτου. Αυτό το τελευταίο, το κοινωνιολογικό όριο, υποδηλώνει μια εντελώς ιδιάζουσα αλληλεπίδραση. Καθένα από τα δύο στοιχεία επιδρά στο άλλο καθώς του θέτει ένα όριο, όμως το περιεχόμενο αυτής της επίδρασης είναι ακριβώς ο προσδιορισμός ότι δεν μπορεί ή δεν θέλει καθόλου να επενεργεί πέρα από αυτό το όριο, δηλαδή στο άλλο. Αν αυτή η γενική έννοια της αμοιβαίας οριοθέτησης αντλείται από το χωρικό σύνορο, βλέπουμε ωστόσο, προχωρώντας βαθύτερα, ότι αυτό το τελευταίο δεν αποτελεί παρά την αποκρυστάλλωση ή τη χωροποίηση της μόνης πραγματικής διαδικασίας της ψυχικής οριοθέτησης. Ούτε οι γαίες ούτε τα κτήματα, ούτε η πόλη ούτε η ύπαιθρος οριοθετούνται μεταξύ τους, παρά μόνο οι κάτοικοι ή οι ιδιοκτήτες οι οποίοι ασκούν την αμοιβαία επίδραση που μόλις επεσήμανα. [...] Το όριο δεν αποτελεί χωρικό γεγονός με κοινωνιολογικές επενέργειες αλλά κοινωνιολογικό γεγονός που μορφοποιείται χωρικά".

(απόσπασμα από το "Περιπλάνηση στη νεωτερικότητα" του Georg Simmel, επιμ.-προλ.-εισ. Σπ, Γάγγας, Κ. Θ. Καλφόπουλος, επίμετρο K. Habermas, μτφρ. Γ. Σαγκριώτης, Ο. Σταθάτου, Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2004)


Και για να το χοντρύνουμε το παιχνίδι αν θέλετε, ας αναρωτηθούμε ποια ή έννοια του χώρου, της κοινωνίας, του ατόμου και των ορίων μεταξύ όλων αυτών, μέσα στις σύγχρονες μεγαλουπόλεις που ζούμε καθημερινά... Έτσι, θα αντιληφθείτε πόσο πολύπλοκη είναι η καθημερινότητά μας και πόσο βαθιά ριζωμένα είναι κάποια "πράγματα" (κατά την κοινωνικώς οριζόμενη έννοια, όπως την έθεσε προηγουμένως ο Ντυρκάιμ!). Συνεχίζοντας τα σπουδαία αποσπάσματα, ο Αντώνης Σαμαράκης το έθεσε ξεκάθαρα:

«Ποτέ άλλοτε οι στέγες των σπιτιών των ανθρώπων δεν ήταν τόσο κοντά η μία στην άλλη, όσο είναι σήμερα. Και ποτέ άλλοτε οι καρδιές των ανθρώπων δεν ήταν τόσο μακριά η μία από την άλλη, όσο είναι σήμερα».

(απόσπασμα από τη συλλογή διηγημάτων "Ζητείται Ελπίς")


Ο Georg Simmel όμως το εξήγησε γιατί συμβαίνει αυτό:

"Όσο πιο πρωτόγονη είναι η συνείδηση, τόσο περισσότερο είναι ανίκανη να αντιληφθεί τη συνεκτικότητα που διέπει όσα βρίσκονται διαχωρισμένα μέσα στο χώρο ή τη μη συνεκτικότητα που διέπει την εγγύτητα μέσα στο χώρο. [....] σήμερα, μέσα στην οπισθοδρομικότητα των σχέσεων που υπάρχουν στις μικρές πόλεις, η σχέση προς τον γείτονα και το ενδιαφέρον γι’ αυτόν παίζουν έναν εντελώς διαφορετικό ρόλο απ’ ό,τι στη μεγαλούπολη, όπου, μέσω της περιπλοκής και της σύγχυσης που παρουσιάζει η εξωτερική εικόνα της ζωής, συνηθίζει να προβαίνει κανείς σε συνεχείς αφαιρέσεις, συνηθίζει στην αδιαφορία απέναντι σε αυτό που είναι πολύ κοντά στο χώρο και στη στενή σχέση μ’ εκείνο που είναι πολύ απομακρυσμένο. [...] Η αδιαφορία απέναντι σε αυτόν που βρίσκεται κοντά μέσα στο χώρο αποτελεί εδώ ένα μηχανισμό προστασίας, χωρίς τον οποίο θα μπορούσε κανείς να συνθλιβεί και να κατακερματιστεί ψυχικά μέσα στη μεγαλούπολη".

(απόσπασμα από το "Περιπλάνηση στη νεωτερικότητα" του Georg Simmel, χωρίς άδεια αναδημοσίευσης)


Τελικά, αγαπητοί μου τι συμβαίνει in the real world ?

"Αυτοί οι τύποι συμπεριφοράς και σκέψης, δεν είναι μόνο εξωτερικοί σε σχέση με το άτομο, αλλά και προικισμένοι με μια δύναμη επιταγής και εξαναγκασμού –δύναμη χάρη στην οποία επιβάλλονται στο άτομο είτε το θέλει είτε όχι. Ασφαλώς όταν συμμορφώνομαι με τη θέλησή μου, ο εξαναγκασμός αυτός δεν είναι καθόλου ή είναι ελάχιστα αισθητός, αφού δεν ασκείται. Αλλά τούτο δεν τον κάνει λιγότερο εγγενή σ’ αυτά τα γεγονότα και η απόδειξη είναι πως γίνεται αισθητός μόλις αποπειραθώ να του αντισταθώ. [...]

Ένα πράγμα αναγνωρίζεται κυρίως από το ότι δεν μπορεί να το αλλάξει μια απλή επιταγή της βουλήσεως. Τούτο δεν σημαίνει ότι το πράγμα δεν υπόκειται σε οποιαδήποτε αλλαγή. Σημαίνει ότι, για να υπάρξει αλλαγή, δεν αρκεί να το θελήσει κάποιος –χρειάζεται και μία λίγο-πολύ επίπονη προσπάθεια, που οφείλεται στην αντίσταση, την οποία μας προβάλλει και η οποία, άλλωστε, δεν μπορεί πάντα να υπερνικηθεί. Είδαμε, λοιπόν, ότι τα κοινωνικά γεγονότα έχουν την ιδιότητα αυτήν. Αντί να είναι προϊόντα της θελήσεώς μας, την προσδιορίζουν απ’ έξω· υπάρχουν σαν καλούπια, μέσα στα οποία είμαστε αναγκασμένοι να χύσουμε τις πράξεις μας. Συχνά μάλιστα είναι αδύνατο να παρακάμψουμε την ανάγκη αυτήν. Αλλά, ακόμα και όταν καταφέρνουμε να την υπερνικήσουμε, η αντίσταση που συναντάμε αρκεί για να μας προειδοποιήσει ότι βρισκόμαστε μπροστά σε κάτι που δεν εξαρτάται από εμάς. Αντιμετωπίζοντας, λοιπόν, τα κοινωνικά γεγονότα σαν πράγματα, προσαρμοζόμαστε απλώς στη φύση τους."

(απόσπασμα χωρίς άδεια αναδημοσίευσης από το "Οι κανόνες της κοινωνιολογικής μεθόδου" του Εμίλ Ντυρκάιμ)


Το πράγμα μιλάει από μόνο του:

Μέσα στα μαύρα μεσάνυχτα που μας μαυρίζουν την ψυχή, (όταν η νύχτα πέφτει στο Παλέρμο...)





Υπάρχουν ακόμα τρόποι να έρθουμε πιο κοντά. Όπως, ας πούμε, με μια αγκαλιά. Τι ωραίο αν όλα τα "πράγματα" αγκαλιάζονταν, αν όλα τα υλικά αγγίζονταν και έρχονταν σε επαφή; Μην νομίζετε ότι τα υλικά είναι άψυχα λοιπόν... Δώστε τους την ευκαιρία να μας το αποδείξουν. Δώστε τους έννοια, ή αλλιώς εννοιοδοτήστε τα, με τέτοιον τρόπο ώστε στο feedback που θα μας δώσουν, να νοιώθουμε ότι υπάρχουμε μέσα σε αυτά και ότι μας καθορίζουν τη συμπεριφορά μας. Δώστε κάτι στην κοινωνία, για να το μετατρέψει σε κυρίαρχο όμορφο "υλικό" και να μας το επιστρέψει διαμοιράζοντάς το, δισκορπίζοντάς το, εμφυσώντας το, παντού... σε κάθε υλικό μας στοιχείο, σε κάθε μόριό μας, σε κάθε άτομο αυτής της κοινωνίας...





Ακούτε άραγε τη φωνή της ψυχής της ύλης...;
Ακούτε άραγε αυτά τα διαμάντια που μας κλέβουν τη μιλιά;


"Les Pecheurs de perles"
by Tino Rossi



I still believe I hear 
hidden beneath the palm trees 
your voice tender and deep 
like the song of a dove 
oh night enchantress 
divine rapture 
delightful thought 
mad intoxication, 
sweet dream 

in the clear starlight 
I still believe I see 
in between the long sails 
of the warm night breeze 
oh night enchantress 
divine rapture 
delightful thought 
mad intoxication, 
sweet dream 

sweet dream! 
sweet dream!




Διαλέξτε πλευρά: της σκοτεινής ύλης ή της φωτεινής αγκαλιάς;





Υ.Γ.: Ίσως σας έχουν δημιουργηθεί δυο ερωτήσεις: 1ον από πού είναι αυτές οι όμορφες φωτογραφίες που απεικονίζουν αυτό το υπέροχο graffiti ? Είναι από ένα κτήριο δίπλα ακριβώς από το νοσοκομείο "Ιπποκράτειο" της Θεσσαλονίκης. Και 2ον, πώς γίνεται να ξεκίνησε όλο αυτό το χάος στη σκέψη μου, από μια απλή παρατήρηση μυρμηγκιών ? Απέναντι ακριβώς από αυτό το κτήριο, υπάρχει ένα παρκάκι, όπου σωριάστηκα σήμερα το πρωί, φαρδιά πλατιά να ξεκουραστώ, στη σκιά ενός δέντρου. Εκεί, λοιπόν που ήμουν ανάσκελα και κοιτούσα τον ουρανό, (εν είδει πρόβας για τη μεγάλη στιγμή που θα κοιτώ τα ραδίκια ανάσκελα... και επειδή δεν ξέρει κανείς πότε θα του 'ρθει αυτή η στιγμή, άρα κάλλιο γαϊδουρόδενε παρά γαϊδουρογύρευε, που λένε!), ένοιωσα ένα διάχυτο γαργαλητό στην κοιλιακή μου χώρα. Κάνω έτσι, τι να δω; με διαπερνούσε κάθετα ως προς τον άξονα του κορμιού μου, μια τεράστια μυρμηγκολεωφόρος, με εκατοντάδες μυρμήγκια που φαίνονταν ότι δεν έχουν καθόλου χρόνο για καθυστέρηση... Αντιλήφθηκα, ότι μάλλον τους είχα χαλάσει την ημέρα και αφού τους προκάλεσα έναν μικρό σεισμό, σείοντας και εκσφενδονίζοντας τα όλα, μακρυά από το κοιλιακό μου οδόστρωμα, έφυγα προβληματισμένος και τότε άρχισαν να δημιουργούνται αυτές οι σκέψεις που σας ανέλυσα πρωτύτερα στο μυαλό μου, οι οποίες μάλιστα με κατέκλυσαν σαν... μυρμήγκια! Και εκεί κάπου στη φυγή μου από τον μικρόκοσμο των μυρμηγκιών, τα μάτια μου έπεσαν πάνω στο κτήριο που φωτογράφισα, το οποίο απεικόνιζε τον μεγαλόκοσμο των ανθρώπων... Άραγε, υπάρχουν διαφορές και ανισότητες σε αυτές τις δυο κοινωνίες;;